Αράλη

Αράλη
η Аральское море

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "Αράλη" в других словарях:

  • Αράλη — Λίμνη (65.500 τ. χλμ.) της δυτικής Ασίας, το βόρειο τμήμα της οποίας ανήκει στη Δημοκρατία του Καζακστάν και το νότιο στη Δημοκρατία του Ουζμπεκιστάν. Έχει πολύ μικρό βάθος, που δεν ξεπερνά σχεδόν ποτέ τα 20 μ. Μόνο σε μια τάφρο, κατά μήκος της… …   Dictionary of Greek

  • Ουζμπεκιστάν — (διεθν. Uzbekistan) Ουζμπεκιστάν Κράτος της κεντρικής Ασίας. Συνορεύει Ν με το Τουρκμενιστάν και με το Αφγανιστάν, Β με το Καζακστάν, Α με την Κιργισία, ΝΑ με το Τατζικιστάν.Η χώρα διαιρείται διοικητικά σε 12 επαρχίες, σε μία αυτόνομη δημοκρατία… …   Dictionary of Greek

  • λίμνη — Φυσική κοιλότητα (λεκάνη) της επιφάνειας της Γης, γεμάτη γλυκό ή υφάλμυρο νερό. Όταν μια λ. έχει δημιουργηθεί από την τεχνητή απόφραξη μιας κοιλάδας με φράγμα, τότε ονομάζεται τεχνητή λ. Τα περισσότερα χαρακτηριστικά των λ. (βάθος, αλμυρότητα… …   Dictionary of Greek

  • Ασία — I Mία από τις πέντε ηπείρους. Βρίσκεται ολόκληρη σχεδόν στο βόρειο ημισφαίριο, και από γεωμορφολογική άποψη αποτελεί με την Ευρώπη αδιαχώριστη ενότητα, στην οποία δίνεται η ονομασία Ευρασία. H Α. είναι η μεγαλύτερη από όλες τις ηπείρους. Καλύπτει …   Dictionary of Greek

  • Καρακαλπακστάν — (Karakalpakstan). Αυτόνομη δημοκρατία (164.900 τ. χλμ., 1.666.300 κάτ. το 2003) του Ουζμπεκιστάν. Βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα της χώρας και βρέχεται στα βόρεια από τη λίμνη Αράλη. Η έκτασή της καλύπτει επιφάνεια που υπερβαίνει το ένα τρίτο …   Dictionary of Greek

  • Σιρ Νταριά — (ο αρχαίος Ιαξάρτης). Ποταμός της Σοβιετικής κεντρικής Ασίας που έχει συνολικό μήκος 2.922 χλμ. (από τις πηγές του Ναρίν) και χύνεται στη λίμνη Αράλη. Σχηματίζεται στην Κοιλάδα της Φεργκάνας από τη συμβολή του Κάρα Νταριά και του Ναρίν και από το …   Dictionary of Greek

  • ακιπενσερίδες — (acipenseridae). Οικογένεια ψαριών των γλυκών νερών, που ανήκει στην τάξη των χονδροστέων. Χαρακτηριστικό γνώρισμα για την ταξινόμησή τους είναι ότι έχουν αντί για λέπια σειρές από οστέινες πλάκες. Στη διάρκεια της οντογενετικής τους εξέλιξης, οι …   Dictionary of Greek

  • Αφγανιστάν — Κράτος της νοτιοκεντρικής Ασίας.Συνορεύει στα Β με το Τουρκμενιστάν (ΒΔ), το Ουζμπεκιστάν, το Τατζικιστάν (ΒΑ) και την Κίνα (ΒΑ), στα Α και Ν με το Πακιστάν και στα Δ με το Ιράν.Το Α. βρίσκεται στο κέντρο της αχανούς νότιας Ασίας, ανάμεσα σε μια… …   Dictionary of Greek

  • Ιαξάρτης — (περσ. Sihun, διεθν. Syr Darya). Αρχαία ονομασία του ποταμού Σιρ Ντάρια (2.704 χλμ.) της κεντρικής Ασίας. Σχηματίζεται από τον κόμβο των ποταμών Ναρίν (Naryn) και Κάρα Ντάρια (Kara Darya) στην κοιλάδα Φεργκάνα, στο Ουζμπεκιστάν και εκβάλλει στη… …   Dictionary of Greek

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

  • Καζακστάν — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Καζακστάν Παλαιότερη ονομασία: Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία του Καζακστάν (1925 91) Έκταση: 2.717.300 τ. χλμ. Πληθυσμός: 16.741.519 (2002) Πρωτεύουσα: Αστάνα (319.300 κάτ. το 1999)Κράτος της κεντρικής Ασίας.… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»